Friday, July 20, 2007

ΚωστΑλεξης (for fightback)

Υπήρξαν και δυσκολότερες στιγμές στη ζωή του Κώστα Μπακαούκα. Το να κάθεσαι γυμνός στο μπαλκόνι, με το ασθενικό ψιλόβροχο να σου πιτσιλάει την φαλάκρα δεν είναι ακριβώς Ολυμπιακό άθλημα. Το πρόβλημα όμως ήταν οι σκέψεις. Ήταν απ’ αυτές που σε αρπάζουν από τα αρχίδια, σε κάνουν να ιδρώνεις και σίγουρα δεν αφήνουν αδάγκωτο το φίλτρο του καλύτερου σου φίλου, του τσιγάρου. Τα δόντια του πονούσαν. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, έπρεπε να πάρει τον οδοντίατρο, να συνεννοηθεί με τον αδερφό του τον Αλέξη και να πάνε για καναδυο σφραγίσματα. Την ώρα που μια στάλα στο μέγεθος ρόγας βυζιού γλάστρας του Θέμου, έσκαγε στο κεφάλι του, αποφάσισε πως δεν θα πήγαινε ποτέ πια στον οδοντίατρο. Περιττές περιποιήσεις φυσιολογικών αστών.
Άκουσε από δίπλα του, το ασθματικό ροχαλητό του Αλέξη. Ο αδερφός του, επίσης καραφλός, λιπόσαρκος, γενειοφόρος και ξεδοντιάρης, του έμοιαζε. Εξωτερικά. Αν και γεννήθηκαν την ίδια μέρα, η μάνα τους , πριν φύγει με εκείνον τον ξυλοκόπο στον Καναδά, πάντα έλεγε πως οι εγκέφαλοι τους είχαν μαλώσει από την κοιλιά της ακόμα. Πιθανότατα. Ο Κώστας , φίλος της λογοτεχνίας, της ποίησης και εραστής της κλασικούς μουσικής, είχε ανεχθεί πολλά. Εκείνα τα απογεύματα στο τσιμέντο του παλιού Καραϊσκάκη να βλέπει 22 βλάκες να κυνηγάνε μια μπάλα. Αποτυχημένα. Κάτι βράδια να άκουνε τον Νίνο να νιαουρίζει σαν γάτα που πιάστηκε η ουρά της στην πόρτα, με τα βλέμματα όλου του μπουζουκομάγαζιου αμήχανα πάνω τους. Διαλεκτικές συζητήσεις για την απόδοση του Fiat Uno του 16βαλβιδου με μαμίσιο σασί. Και άπειρους ξεραμένους φραπέδες. Το τελευταίο όμως δεν το άντεξε. Σήμερα το πρωί, όταν ξύπνησε αδερφός του ανακοίνωσε πως «θα πάμε σε μια εκπομπή στην τηλεόραση, όπου ένας με μαλλί σαν γερασμένη σφουγγαρίστρα και ένα καλό ξανθό μουνάκι με ύφος χιλίων καθηγητριών γαλλικών θα μας δίνουν 50 ευρώ για να τραγουδάμε το «Αχώριστοι» στην κάμερα. Εγγυημένη επιτυχία αδερφάκι».
Τα είχε ανάγκη τα λεφτά. Όχι όμως, όχι έτσι. Άναψε άλλο ένα τσιγάρο με την καύτρα του προηγούμενου μισοπεθαμένου. Κοίταξε τα φώτα της πόλης. Χαμογέλασε. Δεν ένιωθε μίσος, αυτό είχε εξατμιστεί. Ούτε χαρά, σίγουρα αυτό το αίσθημα το είχε ξεχάσει. Κινήθηκε προς το πρεβάζι. Σκέφτηκε τον ακαμάτη τον Κάιν και μουρμούρισε «καλά, εσύ είχε εύκολη δουλειά παλιοπούστη παρτάκια». Το κεφάλι του αδερφού του, πιο πίσω τραντάχθηκε από ένα ανέφελο όνειρο. Ανέβηκε στο κάγκελο. Ένιωσε το απαλό αεράκι του Ιουλίου να του χαϊδεύει τα αρχίδια. Χαμογέλασε, γυμνός, ελεύθερος και για μια και μοναδική στιγμή απολαυστικά μόνος να κρατάει την ζωή από τα μαλλιά και να την αναγκάζει να τον γλύψει. Το τσιμέντο πλησίαζε, την ώρα που ο Κωσταλέξης Μπακαούκας σε ένα σώμα φώναξε με δυο φωνές: «Επιτέλους λύτρωση», είπε η μία, «Γιατί δεν μου το είπες ρε μαλάκαααααααααααααααα» απάντησε η άλλη πριν τον γδούπο του Μεγάλου Πουθενά.


Αυτοκτονία στον Χολαργό

Από τον 5ο όροφο της πολυκατοικίας τους στον Χολαργό, αυτοκτόνησαν οι σιαμαίοι αδερφοί Κώστας και Αλέξης Μπακαούκας, χθες τα ξημερώματα. Τα δυο αδέρφια είχαν γεννηθεί πριν από 27 χρόνια και ο ερχομός τους στον κόσμο είχε γίνει αντικείμενο επιστημονικής μελέτης. Ζούσαν μόνα τους τα τελευταία χρόνια, επιβιώνοντας από το επίδομα της πολιτείας. Οι γείτονες μίλησαν για έντονες διαφωνίες που ειδικά την τελευταία μέρα ακούγονταν «ανησυχητικά δυνατά». Η αστυνομία δήλωσε πως είναι ξεκάθαρη υπόθεση αυτοκτονίας και έκλεισε τον φάκελο.



(Πηγή ΑΠΕ)



Γραφτηκε με 2 χερια, ενα κεφαλι και πολλα τσιγαρα ενα βραδυ κατοπιν παραγγελιας. Ευχαριστω τον fightback για την προσκληση, την προκληση, τα χρηματα και την φιλοξενια.